συμφώνως
Смотреть что такое "συμφώνως" в других словарях:
συμφώνως — ΝΜΑ, και σύμφωνα Ν βλ. σύμφωνος … Dictionary of Greek
συμφώνως — σύμφωνος agreeing in sound adverbial σύμφωνος agreeing in sound masc/fem acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ξυμφώνως — συμφώνως , σύμφωνος agreeing in sound adverbial συμφώνως , σύμφωνος agreeing in sound masc/fem acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σύμφωνος — η, ο / σύμφωνος, ον, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύμφωνος Α 1. μουσ. (για φωνή ή ήχο) αρμονικός 2. αυτός που βρίσκεται σε συμφωνία, σε ακολουθία με κάποιον ή με κάτι («ὁ βίος σύμφωνος τοῑς λόγοις πρὸς τὰ ἔργα», Πλάτ.) 3. αυτός που έχει την ίδια γνώμη με… … Dictionary of Greek
Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση — ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ/ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Η αφετηρία Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας το Μάρτιο του 1957, ύστερα από την υπογραφή της σχετικής συνθήκης στη Ρώμη από τη Γαλλία, την Ομοσπονδιακή… … Dictionary of Greek
Symbole de Chalcédoine — Le Symbole de Chalcédoine est une formule de profession de foi datant de 451. Il fut adopté par le IVe Concile ocuménique (Concile de Chalcédoine). Il définit l union hypostatique des deux natures du Christ exprimé dans l extrait suivant :… … Wikipédia en Français
Халкидонский Символ веры — В этой статье слишком короткое вступление. Пожалуйста, дополните вводную секцию, кратко раскрывающую тему статьи и обобщающую её содержимое. Халкидонс … Википедия
ομαρές — ὁμαρές (Α) (κατά τον Ησύχ.) «ὁμοῡ, συμφώνως». [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. Ομάριος] … Dictionary of Greek
ομόνους — ὁμόνους, ουν και οος, οον (Α) αυτός που έχει την ίδια γνώμη με κάποιον άλλο, σύμφωνος. επίρρ... ὁμονόως (Α) σύμφωνα με κάτι, συμφώνως, ομοψύχως, ομοφρόνως. [ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο) * + νοῦς, νοός] … Dictionary of Greek
συμφωνούντως — Α επίρρ. συμφώνως. [ΕΤΥΜΟΛ. < μτχ. συμφωνῶν, οῦντος τού συμφωνῶ + επιρρμ. κατάλ. ως] … Dictionary of Greek
συναδόντως — Α επίρρ. συμφώνως. [ΕΤΥΜΟΛ. < μτχ. ενεστ. συνᾴδων, οντος τού συνᾴδω] … Dictionary of Greek